ΠΟΥ ΠΑΩ ΕΓΩ Ο ΑΝΘΡΩΠΑΚΟΣ! ΕΝΑΛΑΚΤΙΚΟ ΣΕΝΑΡΙΟ
ΠΟΥ ΠΑΩ ΕΓΩ Ο ΑΝΘΡΩΠΑΚΟΣ!
-Den eprepe na ton gnoriso-δεν έπρεπε να τον γνωρίσω, ελεγε η Σουηδέζα. Αντε αντε είναι μια σχέση;
Καθώς περνούσε από το παράθυρο,
μπορούσα να δω τη σκιά της να
σέρνεται στο δωμάτιο.
Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα
μου χτυπούσε την πόρτα.
Αυτή η lady δεν θα με άφηνε μόνo.
χτυπάει την πόρτα...
Αυτό με κάνει να θέλω να αρχίσω να καπνίζω και
να κάνω μονολόγους σε δωμάτιο με χαμηλό φωτισμό.
Οι χώρες μας έχουν fashion για τα πάντα. Ακόμα και για τον θόρυβο. Touch screen, ενώ βλαστημάς για το σπρώξιμο του βιαστικού. Τώρα λέει σε 5' σταματά η βροχή, αλλά δεν κατάλαβαν τον ''σφυγμό'' των τρένων!
-Ο άνθρωπος δεν έπεσε επάνω σου για καμάκι! Ξεψυχάει δεν το νιώθεις;
-Tι να νιώσω; Βοήθεια!
-Έλα μωρό, λέει για αυτό-επιβεβαίωση στο κινητό...
-Μεγαλύτερη βιασύνη βλέπεις προς την λαϊκή αγορά. Για.....ναι.....μαρούλια!
-Κάθεται δίπλα μου ένας. Μοιρίζει κάτουρο.
-Κρατά το παντελόνι του με τα χέρια! Πιο καλά που κυνηγώ έναν εγκληματία. Κρύβομαι στην κοσμάρα μου. Απαντώ στην ερώτηση......Θα ρωτήθηκα για το όνομα μου.
-Mη μας το λες.......
-George. Connelly George. Με βλέπουν που υποφέρω και μου είπε ο φαρμακοποιός πως θα το φέρει και που.......
-Τα τρένα είναι πολυάσχολα.
-Μια γειτονιά απόσταση! Βαζω γαλα σκόνη σε νερά βρύσης και.......κερδίζω την διαφορά της τιμής.
Πληγώνω που το πληρώνω και δεν το πίνω από την βρύση!
Μου μιλά, αλλά έχουμε και άλλες έννοιες! Δεν είμαι είρων μόνο στο γράψιμο. Η υπόσταση μου....
ΣΚΗΝΗ 1
-Δες τώρα. Θα ξαπλώσεις όπως εγώ και θα θυμάσαι από τα πολύ μικράτα σου.....
-Τι να ''θυμάμαι''; Αυτος είναι τρόπος αφαίμαξης χρημάτων! Όχι γιατρειάς! Μαζευτήκατε ολοι οι άχρηστοι δήθεν για να βγάλετε νεα κλοπή; Νέο τρόπο κλοπης;
-Oτι ερχόταν η θεα στον ωμο σου....
Ο γιατρος έκανε πως δεν άκουγε.
-Γιατρέ αυτή φορα μάξι. Μοδα είναι τα κοντά.
-Γιατί ήρθες σε εμένα;
-Για το χαρτί.
Ανέλαβα μια υπόθεση αλλά αν δεν πάει καλά;
Την έβλεπα στις σκιές,
το μυαλό μου έτρεχε,
επικίνδυνη, δεν μπορούσα να συγκρατηθώ,
καπνός και ουίσκι γέμισαν τον αέρα
η μουσική ήταν τόσο μεθυστική
όσο εκείνη, ο μπάρμαν τα είχε δει
όλα πριν, ήξερε πώς όλο αυτό θα τελείωνε.
-Η τελευταία φορά που εμπιστεύτηκα μια γυναίκα ήταν πίσω στο Παρίσι στα δεκαεννιά σαράντα. Μου είπε ότι έπαιρνε ένα μπουκάλι κρασί, δύο ώρες αργότερα οι Γερμανοί βάδισαν στη Γαλλία!
ΣΚΗΝΗ 2
-Τσιγαράκι;
-........
Ένα ειρωνικό χαμόγελο απλώνει χείρα βοηθείας. Σπίρτο βοηθείας! Ο άλλος βιάζεται και δεν στέκεται. Βάζει το τσιγάρο στην τσέπη του σακακιού. Από έναν γυρολόγο ακούγεται κάτι.....μετρήσιμο......''Η ζωή μου όλη.....είναι ένα τσιγάρο''. Του βάζει κάτι στην τσέπη και εκείνος του δίνει κάτι. Και εμείς οι αστυνόμοι γιατί είμαστε!
''Ένας διανομέας'', σκέφτομαι,,,,,,, ''Περίεργο. Εδώ και πολύ ώρα αισθανόμουν πως θέλω να ουρήσω και......μπα..... Όμως ο ανθρωπάκος πέφτει μπροστά μου! Μέσα στην μεγάλη την κίνηση! Paris-Place de la Concorde.....Και εγώ μιλάω ακόμα. Έτσι νομίζω ο αφηρημένος! Ποιος με λογαριάζει εμένα! Όλοι ασχολούνται με το τρένο''!
Πέφτω, λοιπόν και βάζω σε έναν τρικλοποδιά με το χέρι. Χέρι μου. Ο πραγματικός ζητιάνος έκανε καλή δουλειά! Και αυτή η καλλονή με την γούνα και.....την γύμνια! Τι-πως, να μην είστε περίεργοι. Φιλη σας, ρωτά κάποιος. Κορη σας, άλλος. Ο άνθρωπος βογκάει και εσείς! Έρχεται αυτός που τον έβαλα να κάνει εμένα και τον πιάνει μη και σκάσει στο έδαφος. Κανείς δεν αντιλαμβάνεται. Δεν νοιάζεται. Δεν έπρεπε να τον ξέρουν. Και ποιος νοιάζεται για τον διπλανό του! Νοιάζονται όμως να μη δημοσιεύσω πως το ιερό δισκοπότηρο είχε βρεθεί στην Αγγλία από τον Αρθούρο. (TALES FOR KING ARTHUR).
-........To τρίτο μάτι θα εννοεί. Τέτοια έλεγαν στους Ναΐτες για να πάνε να σκοτωθούν με μόνο κέρδος ότι κλέψουν.
-Θα με παρεις Ροδο, είχε ρωτήσει η γούνα της γύμνιας......
-Ο έρως είναι γι αυτούς που δεν τους θέλει κανεις κι εσυ.....Πολύ ευχαρίστως, αλλά με τον σεισμό το νησί μετακινήθηκε. Οπότε δεν παίρνω την ευθύνη.
Τέτοιες μπαρούφες διάβαζα για να περνά η ώρα! Να με περνά για στιβαρό η.....γούνα. Που τύπου ''περιδιαβαίνω το κορμι σου'' και παρόμοιες αηδιες.....
Ο δολοφόνος έπρεπε να βεβαιωθεί πως σκότωσε, εκτός αν έκανε ντόρο.......για να μαθευτεί στους αρχηγούς από τις εφημερίδες.
ΣΚΗΝΗ 3
Ο τέλειος συνδυασμός για να καπνίσετε ένα τσιγάρο
μετά τη δουλειά και να συμπεριφέρεστε
καλά σαν να θέλετε να λύσετε την υπόθεση μιας ζωής.....
-Κοπέλα είναι!
-Ποια. Άνδρα δεν ξέκανες;
-Δεν ξέρω. Και άνδρα. Με τις αδέσποτες! Είχε πιστόλι στην ζαρτιέρα της! Το είδα!
-Έχει γιατί κανει πεζοδρόμιο!
-Δεν ξεύρω από αυτά. 17 είμαι. Ανήλικο! Να αποφεύγεις για φίλες μου τέτοιες εκφράσεις ''πεζοδρόμιο'', κλπ. Το ακούς; Tι κάνει ο άνθρωπος που υποφέρει! Προσπαθεί να κάνει να φαίνεται πως υποφέρουν οι άλλοι! Η κοινωνία, τάχα. Εμείς δεν είμαστε πεζοδρόμιο και είναι μια κουκλάρα! Θα μου βγει το όνομα πως είμαι μούτρο από παιδί!
Ο άλλος μιλούσε ταυτόχρονα με τις φυλακές.....
Εδώ είμαι,
κάθομαι στο γραφείο
ένα χαλαρωτικό, ζεστό φλιτζάνι καφέ
στο χέρι
κοιτάζω έξω από το κρύσταλλο
σαν παράθυρο καθώς η δυνατή βροχή
στάζει από τον σκοτεινό ουρανό.
Η έντονη και έντονη δυσωδία του καπνού
του τσιγάρου και του αλκοόλ
ποτίζει το δωμάτιο και με βοηθά να αντιμετωπίσω την τελευταία περίπτωση που έπρεπε να λύσω. θυμίζοντάς μου την εποχή μου σε εκείνον τον εγκαταλειμμένο πόλεμο. Αυτές τις μέρες αναρωτιέμαι γιατί είμαι ακόμη και ντετέκτιβ μετά από όσα έχω κάνει ενάντια στους κανόνες του Θεού. Αλλά μετά θυμάμαι τι υποσχέθηκα στον εαυτό μου όταν τελείωσε ο πόλεμος: Θα βοηθήσω τους αθώους και θα καταργήσω το έγκλημα και τη διαφθορά που έχουν κατακλύσει την πόλη μου, μια πόλη γεμάτη φώτα, βροχή και ανθρώπους που δεν ξέρουν καν ότι είναι θύματα από μόνα τους....
-Μισο........Ο άνδρας που μιλούσε ήταν από τις φυλακές. Θα τελειώσουν οι κάρτες μου, έλεγε o από μέσα......Η τσάντα τι εγινε, έσκουξε.
Δηλαδή συζητούσαν ένας από μέσα-το πολύ μέσα και ο ένας που προσπαθούσε να επικοινωνήσει με το ''ανήλικο''. Ο από μέσα το έπαιζε ο πολύ μέγας!
-Το ανήλικο. Την ψυλλιάστηκε πως τις εισπράξεις τις πάμε στον χρηματιστή και........
-Τι και! Τα λεφτά μου!
Τα λεφτά από κομπίνες 2 χρηματιστές αγόραζαν μετοχές. Ο ένας 8 το πρωί και ο άλλος 10 τις ιδιες μετοχές. Έτσι ανέβαιναν και τις πουλούσαν,,,,
-Τελείωνε. Έχουν κι αλλοι σειρά να τηλεφωνήσουν, είπε άλλος κρατούμενος.
Αλλά χτύπησε το κουδούνι της φυλακής.
ΣΚΗΝΗ 4
........η νυχτερινή βροχή
με τις σειρήνες της αστυνομίας και
ο καφές με την τζαζ είναι
τόσο ευχάριστη αισθητικά....
-Τι με κουβάλησες εδώ, ρώτησε η κοπέλα με την γούνα και τα άλλα ελαφρυντικά ένδυσης.
-Μύρισε, απάντησε ο George και της έβαλε ένα πανί στη μύτη. Έχω οκτώ γυμνοσάλιαγκες μέσα μου. Το ένα μολύβδινο, και τα υπόλοιπα είναι bourbon.
-Βρωμά δηλητήριο! Με έβαλες να ντυθώ όπως ντύθηκα. Με έβαλες φάτσα σε μια σκηνή φόνου!
-Maravilloso. Θαυμάσιο. Σε γλύτωσα από τον τυπάκο που νόμιζε θα σε έχει για δόλωμα, αλλά.......Πάρε αυτά τα ρούχα και πάνε στις τουαλέτες να τα φορέσεις. Μη κυτάς δημόσια τι είναι.
-Παντελόνι τζιν και
τζιν μπουφάν βαμμένα ξεβαμμένα.
Τριμμένα!
Φαίνονται πολλά λόγια για μια τόσο αργή ώρα,
μην διαταράξετε την ηρεμία σας.
Να κουβαλάς πόνο
σαν τσάντα που έχει σχήμα καρδιάς.
Περπατώντας σε έναν μοναχικό αυτοκινητόδρομο
αναζητώντας το αύριο
.....είπε η κοπέλα!.
Όμορφη και με κάνει να νιώθω βαθιά μόνος στη μέση της νύχτας, πίνοντας τον μαύρο καφέ μου.
Λέμε και τις ενδομύχως μας σκέψεις.....Μια κουκλαρα την ερωτεύεσαι και εγκληματίας αν είναι....
Όπου κι αν πάω ο άνεμος ακολουθεί και ο άνεμος. Μυρίζει βροχή.
Ήταν 21 Νοεμβρίου.
Η βροχή έπεφτε. Ο κεραυνός σκέπασε τον ουρανό με λευκές λάμψεις.
Περπατούσα στο πεζοδρόμιο με την ομπρέλα στο χέρι.
Παρά το ότι ήταν στεγνό, το μυαλό μου ήταν ακόμα πλημμυρισμένο. Πλημμυρισμένος από σκέψεις. Οι αναμνήσεις των περασμένων ημερών και των αγαπημένων γυναικών.
Τα αυτοκίνητα περνούσαν σε ατελείωτες ουρές. Κορνάρετε εδώ, κορνάρετε εκεί.
Πέρασα από ένα club, τραπεζαρία, ανοιχτό αργά. Ήταν 12:00. Η φθορίζουσα πινακίδα βούιζε: Jack's Place.
Σταμάτησα και κοίταξα για λίγο το νέον, σκεπτόμενος τις μέρες που πέρασα εδώ μαζί της.
Τα πρωινά που καθόμασταν και μιλούσαμε για καφέ ή αργά το βράδυ κάναμε μια βόλτα και ονειρευόμασταν για το μέλλον. Ήταν η μόνη γυναίκα που αγάπησα ποτέ αληθινά.
Περπάτησα. Η βροχή δεν σταματά ποτέ. Τα φώτα του δρόμου καθοδηγούσαν αμυδρά το μονοπάτι μου, αλλά και πάλι η ψυχή μου ήταν ένα σκοτεινό και κενό μέρος. Εντόπισα έναν πάγκο κάτω από ένα θόλο. Πήρα θέση και έκλεισα την ομπρέλα μου.
Έκλεισα τα μάτια μου στον ήχο της πόλης. Ο μόνος ήχος που γνώρισα ποτέ....
Ο Χάρι Άγγελος κάθισε στον πάγκο του φαγητού - μόνος, συλλογισμένος και έσβησε το τσιγάρο. κοίταξε το κλειδί μπροστά του. Μια μελαγχολική μελωδία πέρασε από το μυαλό του, από κάπου στο παρελθόν- κι όμως ήταν κάτι καινούργιο γι' αυτόν αυτή τη στιγμή. Η βροχή τελικά υποχώρησε έξω. Δεν είχε ιδέα ότι βρισκόταν σε ένα ταξίδι που θα τον οδηγούσε στην απόλυτη καταστροφή.
Ήταν ένα άβολο συναίσθημα που ένιωσα εκείνη τη μέρα. Το να φύγω από το γραφείο δεν μου έδινε ποτέ πεταλούδες, αλλά σήμερα, σήμερα δεν ήξερα καν αν θα επέστρεφα ζωντανός.
-Δηλαδή...με έβαλες εκεί για να τραβήξεις κάποιου την προσοχή και να σκοτωθεί, φώναξε-του φώναξε η κοπέλα....
<<Που ξέρεις πως το έκανα εγώ>>, ήθελε να πει, μα κρατήθηκε. <<Μη λες πολλά>>.
Αλλά......Κάθε χρονιά μας κάνουν πλύση εγκεφάλου, για ένα θέμα για το οποίο δεν έχουμε σχέση....Λες να την χρησιμοποίησα;
Ήταν μια κρύα, βροχερή νύχτα... Μια νύχτα, δεν θα ξεχάσω ποτέ.
ΣΚΗΝΗ 5
Η ώρα είναι 8, σπίτι μου. Παίζω στο σαλόνι με τη φίλη μου τη Σάμι, μητέρα στην κουζίνα, φτιάχνοντας δείπνο. Ο πατέρας στο άλλο δωμάτιο τελειώνει το τελευταίο του βιβλίο με τίτλο «The Woman in the Trench Coat». Sammy, είχε μια ιδέα. Δεν είμαι σίγουρος αν άξιζε τον κόπο, αλλά ήταν μια ιδέα. Με κοίταξε με αυτή τη λαμπερή λάμψη στα μάτια του, είπε ''Γεια, γιατί να μην πάρεις αυτά τα τούβλα από το τζάκι και να τα στοιβάξεις σε αυτό εδώ..... τραπεζάκι του σαλονιού.'' Χαμογέλασε με ένα ελαφρύ γέλιο. Ήμασταν μόλις 12 όταν ο κόσμος φαινόταν σαν να γκρεμίζεται πάνω μας. Διστάζω, αλλά γνωρίζοντας τις ιδέες της Σάμι δεν απέτυχε ποτέ να με διασκεδάσει και να με γεμίσει ενθουσιασμό.. συμφώνησα. Δεκατέσσερα τούβλα, ταξινομημένα σε δύο ίσες στήλες, 7 στην καθεμία. Αναφώνησα ''Έχουμε μόνο ένα τούβλο!'' Ο Sammy πήρε το τελευταίο τούβλο τοποθετώντας το στην κορυφή της δεύτερης στοίβας. Τότε BOOM. Όλα γίνονται μαύρα. Ήταν σχεδόν σαν να έτρεμε το έδαφος. Άκουγα ουρλιαχτά από παντού. Ο Sammy φώναξε ''Ωχ όχι!...'' σύντομη παύση αργότερα ''Το τραπέζι μας!..'' ''Είναι σπασμένο!!''
Αυτή ήταν η τελευταία μέρα που είδα και άκουσα τον Sammy. Ακόμα νιώθω ότι ακούω το κλάμα του τη νύχτα......
-Αφού θα αναρωτιέσαι πως και ασχολήθηκα με την μπατσική ΜΠΑΤΣΟΣ Η ΑΛΗΤΗΣ- επιστήμη και δεν έκανα κάτι πιο ανθρώπινο.
Η βροχή της Τρίτης γλιστράει στο παράθυρο του γραφείου μου σαν κρύα δάχτυλα που χαϊδεύουν ένα ζεστό στήθος. Αυτές τις μέρες είναι ό,τι πιο κοντά μου έχει αγγίξει κάποιος... οποιοσδήποτε άλλος εκτός από τον τελευταίο άντρα που μου έριξε ένα σωστό γάντζο. Αυτό είναι το θέμα αυτής της πόλης. Κανείς δεν μιλάει. Ούτε καν όταν προσπαθείς να κάνεις το σωστό. Είναι πάντα γροθιές και όπλα. Ο Justice δεν γνωρίζει κανέναν άλλο χορευτικό παρτενέρ...αλλά ίσως μπορώ να του διδάξω μια ή δύο κινήσεις. Οτιδήποτε για να σταματήσει το αίμα να τρέχει στους δρόμους.
Ήταν ένα κρύο, ομιχλώδες βράδυ .... Ήμουν στο γραφείο μου και έκανα κάποια χαρτιά, όταν με τηλεφώνησε η δεσποινίς. Ο σύζυγός της βρέθηκε νεκρός στην πολυθρόνα του, με σφαίρα στο κεφάλι. Είπε ότι τον βρήκε εκεί αφού επέστρεψε στο σπίτι από τη συναυλία της στο τοπικό νυχτερινό κέντρο διασκέδασης, το Damesy free. Όταν φτάσαμε στον τόπο του εγκλήματος βρήκαμε τον άνδρα πυροβολημένο ακριβώς ανάμεσα στα μάτια. Το καημένο κάθαρμα... ήταν ο ιδιοκτήτης του καζίνο «Jacks ‘n Dice» στο κέντρο της πόλης. Η λέξη είναι ότι έχει να κάνει με κάποιες τοπικές συμμορίες και κάποιο υπόγειο λαθρεμπόριο.
Εξιστορούσα τη ζωή μου ξανά, όπως κάθε άνθρωπος αφηγείται τη ζωή του όταν βρίσκεται στο χείλος της πλήρους και ολοκληρωτικής αυτοεξόντωσης. Τότε ήταν που η Bortilda μπήκε στη ζωή μου, είχε ένα ελαφρύ χαμόγελο και μια βαριά περιφέρεια. Ήταν το είδος της περιφέρειας που έμοιαζε να κινούσε τη γη με κάθε πόδι στις λεπτές μικρές οπλές της. Την ένιωσα πριν την κοιτάξω ή μυρίσω την κολόνια της με πατατάκια. Μέχρι σήμερα δεν μπορώ να περπατήσω στον διάδρομο για σνακ σε ένα Walmart χωρίς να με νοσταλγήσει.....ξετυλιγμένο σε τεράστιους κύκλους, και το πίσω μέρος μου κάηκε σαν κάποιος να του χτύπησε ένα αναμμένο σπίρτο. Το ουίσκι ήταν μια κακή απόφαση. Το ίδιο και το ληγμένο γάλα. Όταν τελικά το θηρίο βγήκε έξω, κοκκίνισα και γύρισα στα αριστερά μου. Το ρολό χαρτιού υγείας ήταν πιο άδειο από μια Εκκλησία την Τρίτη. Άλλη μια μέρα. .........
Μπαίνει από τη βροχή στο κτίριο
Ελισάβετ: Πώς ήταν η βόλτα σου στη βροχή, όμορφη;
στήνει το παλτό και το καπέλο μου στο ράφι
Εγώ: χμπ, το συνηθισμένο...
Μου δίνει ένα αρχείο
-Elizabeth: Θα ήθελα πολύ να συζητήσω μαζί σου για τη βόλτα σου στη βροχή, αλλά μια άλλη περίπτωση μόλις ήρθε σήμερα.
Παίρνει το αρχείο από τα χέρια της και του ρίχνει μια ματιά
- Άλλη περίπτωση αγνοούμενου, δολοφονίας ή δραπέτη;
-Ελισάβετ: Στην πραγματικότητα, όχι. είναι πολύ διαφορετικό από τις συνηθισμένες περιπτώσεις που έχουμε όλα αυτά τα χρόνια.
Κοιτάζει το αρχείο και την κοιτάζει με ένα βλέμμα ενδιαφέροντος.
-Εγώ: Τι διαφορετικό έχει αυτό;
-Ελισάβετ: οι μπάτσοι ήθελαν να κοιτάξεις μια ομάδα καλλιτεχνών. Φοβούνται ότι έχουν πάρει τον έλεγχο της πόλης από τις σκιές.
-Εγώ: η αστυνομία; γιατί χρειάζονται ένα ιδιωτικό μάτι για να κάνουν τη δουλειά τους;
-Ελισάβετ: Λοιπόν, φοβήθηκαν ότι ο καλλιτέχνης μπορεί να είχε στείλει μυστικούς κατασκόπους σε όλη την πόλη, ακόμη και στις τάξεις τους.
-Εγώ: είναι τόσο κακό ε;
Γνέφει καταφατικά και γυρίζει στον τυπογράφο και αρχίζει να γράφει......
ΣΚΗΝΗ 6
Μπαίνω στο γραφείο μου και ανάβω ένα πούρο και ανοίγω το αρχείο και εξετάζω τις φωτογραφίες και τα μηνύματα
απλώνει τις φωτογραφίες και τα μηνύματα σε όλο το γραφείο, κάθεται αναπαυτικά και κοιτάζει επίμονα μια φωτογραφία της νεκρής γυναίκας μου
Εγώ: Χρειάζομαι το φως σου για να με καθοδηγήσει σε αυτό....Just another day at the office" I say to myself as I shuffle through all the papers of cold cases I worked on in the past. Back then....back in my old glory...my name used to mean something. The cases were coming in lime hotcakes and I was everyone's go to Joe if they needed one solved. But these days....its just all grey...a blur of my glory days. Hell, figured I'd wind up dead chasing down leads on crime bosses, but sometimes I ask myself: "Is this really any better" I hear a tap at my office door. Whether I should open it or not will have to wait....I got my booze and smokes waiting for an appointment on this long rainy evening.
Η βροχή χτυπούσε ρυθμικά στα παράθυρα του θλιβερού μπαρ. Ο καπνός εκατό τσιγάρων, συμπεριλαμβανομένου του δικού μου, έπνιξε τον αέρα σε μια ομίχλη αποπνικτικής μελαγχολίας, μια φυσική αναπαράσταση του μυαλού αμέτρητων θαμώνων που προσπαθούσαν απεγνωσμένα να χαθούν στο ποτό. Η ατμόσφαιρα ήταν πολύ κατάλληλη. Μόλις είχα ολοκληρώσει την πιο τρομακτική υπόθεση που είχα την ατυχία να δουλέψω εδώ και πολύ καιρό. Το είδος που διαβρώνει την ψυχή σου, μουδιάζει το μυαλό και σε κάνει να αναρωτιέσαι αν πρέπει καν να μπεις στον κόπο να συνεχίσεις. Στριφογύρισα τα υπολείμματα του υγρού χρυσού στον πάτο του ποτηριού επίσημα, προτού τελικά χτυπήσω πίσω και το γυαλίσω. Ήλπιζα ότι θα έβρισκα αμνησία να με περιμένει στον πάτο. Ακόμα ψάχνω. Κατέβασα τον μπάρμαν για άλλον έναν γύρο. «Κάνε το διπλό, Τζακ», είπα θορυβώδης. Αρκετές κακές αναμνήσεις έμειναν για να πνιγούν...
ΣΚΗΝΗ 7
''Μια άλλη μέρα στο γραφείο" λέω στον εαυτό μου καθώς ανακατεύω όλα τα χαρτιά των κρύων περιπτώσεων που δούλευα στο παρελθόν. Τότε...πίσω στην παλιά μου δόξα...το όνομά μου σήμαινε κάτι. Οι περιπτώσεις έρχονταν σε λάιμ ζεστές τούρτες και όλοι πήγαινα στον Τζο αν χρειαζόταν να λυθεί. Αλλά αυτές τις μέρες...είναι όλα γκρίζα...μια θαμπάδα των ημερών της δόξας μου. Διάολε, σκέφτηκα ότι θα πέθαινα κυνηγώντας- καταστρέφω τα αφεντικά του εγκλήματος, αλλά μερικές φορές αναρωτιέμαι: "Είναι πραγματικά αυτό καλύτερα" ακούω ένα χτύπημα στην πόρτα του γραφείου μου. Είτε πρέπει να την ανοίξω είτε όχι, θα πρέπει να περιμένω...Πήρα το ποτό μου και τον καπνό μου να περιμένω για ένα ραντεβού σε αυτό το μακρύ βροχερό βράδυ.
ΣΚΗΝΗ 8
Περπάτησα, τα βήματά μου βαριά, οι ανάσες μου πιο βαριές. Θα μπορούσε κανείς μόνο να ελπίζει σε αυτόν τον καλό καιρό κατά τη διάρκεια του Χειμώνα. Ξαφνικά μια φρικτή μυρωδιά χτύπησε τις αισθήσεις μου. Ένα που δεν θα μπορούσες να ξεχάσεις ακόμα κι αν προσπαθούσες. Περπάτησα μέσα στο χιόνι. πιο βαρύ. πιο βαρύ. Ένα σώμα ματωμένο και χτυπημένο... Ο θείος μου... Αυτό δεν θα μπορούσε παρά να είναι έργο ενός τρελού...
Η βροχή έπεφτε. Ο κεραυνός σκέπασε τον ουρανό με λευκές λάμψεις.
Περπατούσα στο πεζοδρόμιο με την ομπρέλα στο χέρι.
Παρά το ότι ήταν στεγνό, το μυαλό μου ήταν ακόμα πλημμυρισμένο. Πλημμυρισμένος από σκέψεις. Οι αναμνήσεις των περασμένων ημερών και των αγαπημένων γυναικών.
Τα αυτοκίνητα περνούσαν σε ατελείωτες ουρές. Κορνάρετε εδώ, κορνάρετε εκεί.
Πέρασα από ένα τραπεζαρία ανοιχτό αργά. Ήταν 12:00 π.μ. Η φθορίζουσα πινακίδα βούιζε: Jack’s Place.
Σταμάτησα και κοίταξα το νέον για λίγο, σκεπτόμενος τις μέρες που πέρασα εδώ μαζί της.
Τα πρωινά που καθόμασταν και μιλούσαμε για καφέ ή αργά το βράδυ, φάγαμε μια πίτα και ονειρευόμασταν για το μέλλον. Ήταν η μόνη γυναίκα που αγάπησα ποτέ αληθινά.
.......περπάτησα. Η βροχή δεν σταματά ποτέ. Τα φώτα του δρόμου καθοδηγούσαν αμυδρά το μονοπάτι μου, αλλά και πάλι η ψυχή μου ήταν ένα σκοτεινό και κενό μέρος. Εντόπισα έναν πάγκο κάτω από ένα θόλο. Πήρα θέση και έκλεισα την ομπρέλα μου.
Έκλεισα τα μάτια μου στον ήχο της πόλης. Ο μόνος ήχος που γνώρισα ποτέ.
Ήταν 12:30 π.μ
21 Νοεμβρίου. Την ημέρα που πέθανε η Γκλόρια. Η μέρα που άλλαξα για πάντα.
Ήταν ένα δροσερό καλοκαιρινό βράδυ όταν ξεκίνησα την υπόθεση. Οι λαμπτήρες δρόμου σε στυλ βικτωριανής εποχής δεν έκαναν πολλά για να αποκρούσουν τις ολοένα αυξανόμενες σκιές καθώς περπατούσα στους δρόμους αυτής της εγκαταλειμμένης πόλης. Δεν ήξερα τι είχα πάθει, όταν ξύπνησα σε εκείνο το σκληρό κρεβάτι της κλινικής. Ένας ηλικιωμένος άντρας μου είχε πει ότι μπορεί να ξυπνήσω και να συνειδητοποιήσω ότι όλα αυτά είναι μόνο ένα κακό, κακό όνειρο. Δεν τον πίστεψα μέχρι που είδα αυτό το... πράγμα να σηκώνεται από το αίμα. Πρέπει να ήταν κάποια παραίσθηση. Παράξενο, τι μπορεί να σου κάνει το τραύμα!
Είχα ταξιδέψει σε εκείνη την καταραμένη χώρα αναζητώντας μια σωτήρια μετάγγιση αίματος για μια ασθένεια στην οποία θα προτιμούσα να μην πάω. Οι άντρες που περπατούσαν δίπλα μου στην αρχή φάνηκαν να μην με δίνουν σημασία. Το μόνο που άκουσα από αυτούς ήταν το περιστασιακό "Filthy Outsider" ή κάποια κατηγορία ότι ήταν δικό μου λάθος. Ακόμα και οι ηλικιωμένες γυναίκες, μαζεμένες στα σπίτια τους, δεν μπορούσαν να δωροδοκηθούν για να μιλήσουν. Οι κάτοικοι της πόλης έμοιαζαν να είναι επιφυλακτικοί μαζί μου, κρατώντας αποστάσεις ή με αγνοούσαν εντελώς. Μπορούσα να ακούσω απολαυστικά να συμβαίνουν στο εσωτερικό. Οι λίγοι που είδα να περπατούν στο δρόμο ήθελαν να επιτεθούν όταν ρώτησα πού θα μπορούσα να βρω το αίμα. Οι περισσότεροι δέχθηκαν επίθεση εν όψει. Δεν είχα άλλη επιλογή από το να αντεπιτεθώ. Ήταν κουρελιασμένοι και είχαν θηριώδη χαρακτηριστικά. Στην αρχή ήταν υπερβολικές μπριζόλες από πρόβειο κρέας. Στη συνέχεια, γεμάτη χαίτη προσώπου -χαίτη και ρύγχος για μύτη. Μερικοί από αυτούς είχαν φιαλίδια αίματος συνδεδεμένα με βελόνες που θα χρησιμοποιούσαν για να αναζωογονηθούν αφού απέτρεψα τις επιθέσεις τους... μετά επιτέθηκαν ξανά. Και ξανά. Αν κατάφερνα να κατεβάσω μια, θα μπορούσα να δω μερικές αχρησιμοποίητες βελόνες. Έπρεπε να διερευνήσω περαιτέρω, γι' αυτό δοκίμασα ένα. Καθαρή έκσταση. Μου έδωσε τη δύναμη να συνεχίσω, αλλά δεν ήταν ακριβώς αυτό που χρειαζόμουν. Τελικά, βρήκα αυτή τη σκάλα.
Αυτό το ευλογημένο πράγμα οδήγησε στον έναν χρήσιμο άνθρωπο σε ολόκληρη την πόλη, φαινόταν. Ήταν ένας αουτσάιντερ σαν κι εμένα. Καλός άνθρωπος, πραγματικά. Κρίμα που βγήκε με τον τρόπο που έκανε. Υποθέτω ότι αυτός είναι ο τρόπος του κόσμου. Μου είπε ότι δεν ήξερε πού θα μπορούσα να βρω αυτό που έψαχνα και μου είπε να ψάξω σε μια κοντινή εκκλησία. Α, αλλά δεν ήξερα σε ποια τρύπα από κουνέλι είχα πυροβοληθεί κατευθείαν κάτω. Σε αυτό το σημείο είχα βρει ένα πιστόλι και λίγο όπλο. Φαινόταν αρκετά λογικό. Είχα δει επίσης μια κούκλα και συναντήθηκα με έναν άλλον χρήσιμο άνθρωπο. Αποκτούσα εικόνα για τη φύση αυτής της υπόθεσης. Ούτως ή άλλως, αυτός ο άνθρωπος ήταν το λιγότερο τεμπέλης και ανέντιμος. Ένας κουρασμένος γέρος που μετανιώνει για την τύχη του στη ζωή. Είχα ξαναδεί το είδος του. Ωστόσο, είχε την καλοσύνη να με βοηθήσει να οπλίσω και συνέχισα.
Ήξερα ότι η υπόθεσή μου έφτανε στο τέλος καθώς πλησίαζα εκείνη την καταραμένη εκκλησία. Το θηρίο σαν πλάσματα συνέχιζε να μου επιτίθεται μέχρι εκεί. Αντέδρασα με εγρήγορση, σκίζοντας τους τις ράχες αν χρειαζόταν. Ήταν φρικιαστικό, και το σκέφτηκα φοβερό. Ω, πόσο νέος και αφελής ήμουν εκείνες τις μέρες. Καθώς πλησίασα το παρεκκλήσι, μπορούσα να καταλάβω ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Ήμουν ένας μοναχικός λύκος από καρδιάς και οι αισθήσεις μου δεν με είχαν απογοητεύσει ποτέ. Είχα κάνει και αυτοσχέδια συνέντευξη σε ένα κοριτσάκι που κρυβόταν. Μου έδωσε ένα μικρό music box και μου είπε να το παίξω αν έβρισκα τον πατέρα της. Ήξερα ότι αυτό ήταν το μέρος όπου θα έβρισκα αυτό το κάθαρμα. Την είχε εγκαταλείψει, αφήνοντας εκείνη και την αδερφή της να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους. Η γυναίκα του είχε βγει να τον βρει, αλλά εκείνος είχε φύγει πολύ μακριά. Καθώς πλησίασα, σηκώθηκε από το καθήκον του να κόψει το κεφάλι κάποιου φτωχού. Το μόνο που μπορούσα να ακούσω ήταν "Θηρία σε όλο το μαγαζί. Θα γίνεις κι εσύ ένα, αρκετά σύντομα", πριν επιτεθεί... αυτό πρέπει να ήταν το τέλος αυτού του ονείρου, υποθέτω. Χε χε. Ντροπή που κλαίει. Μακάρι να μπορούσα να επιστρέψω. Η υπόθεση δεν έχει κλείσει.
-Αυτή η πόλη είχε περισσότερο καπνό και καθρέφτες από ένα αποδυτήριο στριπ κλαμπ.
-Ξέρεις να σφυρίζεις, σωστά; Απλώς ενώνεις τα χείλη σου και φυσάς. Το έδωσα μια βολή αλλά μου λείπουν τα μπροστινά μου δόντια. Ακουγόμουν σαν τσαγιέρα χωρίς αρκετό νερό. Γέλασε τόσο δυνατά που ρουθούνισε και μετά έσπασε μια φτέρνα προσπαθώντας να τρέξει έξω από το δωμάτιο.
Φαινόταν ότι η νύχτα δεν θα τελείωνε ποτέ. Ένα δυσάρεστο κρύο που αφήνει το σώμα σας παγωμένο και εύθραυστο. Αναρωτήθηκα: θα επέστρεφα ποτέ στο διαμέρισμά μου; Ήθελα κιόλας; Αυτό που δεν συνειδητοποίησα - η νύχτα μόλις ξεκινούσε.
Σκούμπωσα πολύ τα δάχτυλα των ποδιών μου εκείνες τις μέρες, υπήρχε απλώς κάτι στο πλάι του ποδιού του τραπεζιού, που χτυπούσε άκαμπτα στα δάχτυλα των ποδιών μου, αχ ναι, αυτές ήταν ζοφερές νύχτες του Σεπτεμβρίου, βροχερές νύχτες, σε μια υπέροχη μελωδία, τζαζ, Το στυλ νουάρ στα καλύτερά του, σας λέω ότι δεν θα πιστεύετε τα πόδια του τραπεζιού στα οποία έσπασα το δάχτυλό μου, πρέπει να καταλάβετε, δεν ήταν σεξουαλικό πράγμα, αλλά δεν χρειάζεται να σας το πω αυτό..
Ναι, εγώ και η Γκασπάριο, αυτό ήταν το όνομά της, η Νεράιδα που ήρθε στον ύπνο μου και μου είπε, Γεια σου Alonzo Ziggy, σε παρακαλώ μην κολλάς τα δάχτυλά σου σε ένα πόδι τραπεζιού, αλλιώς θα καταλήξεις να προκαλέσεις κάτι που ανέφερε ως: "Η επανάσταση που προκαλείται από την πατάτα"
Αλλά ποτέ δεν άκουγα πολύ εκείνες τις μέρες, πρέπει να κούμπωσα αυτά τα πόδια τραπεζιού σε όλη τη διαδρομή από το Tallahassee μέχρι τους κρύους δρόμους του Σικάγο. Είπα στον εαυτό μου ότι το έκανα για τη δουλειά, για την επιστήμη, και το πολύ τζουράκι-τζούρα, της παλιάς δεσποινίδας Fairy, αλλά για να πω την αλήθεια το έκανα επειδή ήταν...... Διασκεδαστικός διάολος, το έκανα για τη δουλειά, για τους δρόμους και για την κόλαση και δεν θέλω να αφήσω κάποια Νεράιδα να μου πει πώς να χειριστώ τις Επαναστάσεις μου, από την άλλη, αν ήταν αλήθεια, μάλλον δεν θα με ενδιέφερε να ξεκινήσω.
Α, ναι, ήταν μέρες με λαμπερά φώτα και λαμπερά τριαντάφυλλα, σε εκείνες τις σκοτεινές στιγμές, κοιτάζω πίσω, έχασα το σήμα μου βλέπετε, αλλά μερικές φορές, έρχομαι εδώ, στους άγριους δρόμους του Σικάγο, στην Ανεμώδη Πόλη. Κάθομαι σε ένα μικρό δωμάτιο, οι σκιές τραβηγμένες, ένα μπουκάλι σίκαλη μέσα σε ένα ελαφρά φωτισμένο δωμάτιο, το φως φωτίζει τον καπνό του τσιγάρου, που αναπηδά στο δωμάτιο. Έκανα λάθος, η επανάσταση είχε έρθει, άσχετα.
Και αναγκάζεσαι να καθίσεις αναπαυτικά, να πίνεις μέχρι θανάτου, να αναρωτιέσαι αν έκανες τη διαφορά. Μέχρι να συνειδητοποιήσετε, ότι η μόνη διαφορά που κάνατε, ήταν να προκαλέσετε αμετάκλητα χρόνια κατάγματα οστών στο δεξί σας πόδι.
Αλλά δεν μπορείς να μείνεις στα λάθη του παρελθόντος, τουλάχιστον εγώ νευρίασα αυτή τη Νεράιδα
Ξύπνησα σήμερα το πρωί με το φεγγάρι ακόμα να λάμπει. Τα μάτια αισθάνονται πιο βαριά από πέτρες. Στεγνωτήρας στο στόμα μου από τη Σαχάρα. Είχα ξανά αυτό το όνειρο. Η σφήκα σχεδόν με είχε αυτή τη φορά. Το θρόισμα των κουρτινών με παρηγόρησε λίγο, αλλά η Σουέκο ήθελε ξανά το χρόνο της να παίξει. Αλλά της είπα ξανά "Είσαι νεκρή. Είσαι γάτα-φάντασμα τώρα. Φόρεσε τώρα το κοστούμι της τοστιέρας και μη μου μιλάς μέχρι να πιω τον καφέ μου". ... Διέρρευσε νερό στην κούπα μου;
.......ήμουν παράλυτος, άρρωστος από τον ίδιο μου τον εγκέφαλο
Για μήνες, κάθε φορά που οδηγούσα πάνω από αυτή τη γέφυρα, ένιωθα ένα τράβηγμα
Τα βλέφαρά μου θα γίνονταν βαριά και θα χαμογελούσα
Και λαχταρά τον ύπνο όλων των δειλών
Δεν είναι ότι δεν αγαπήθηκα, μακριά από αυτό
Απλώς μου έλειπε η ικανότητα να το νιώσω
Λυπηρό, έτσι δεν είναι;
Έτσι έκανα τη μεγάλη ανάβαση στην κορυφή αυτής της γέφυρας
Ήταν μια όμορφη μέρα, φυσικά
Τέλειος καιρός ύπνου
Καθώς σκεφτόμουν τα βαθιά, είδα την τελευταία πόρτα
Από κάτω έρχονταν ένα φως
Έτσι ήξερα ότι ο κατασκευαστής μου ήταν σπίτι
Καθώς ετοιμαζόμουν να σκύψω μπροστά και να πιάσω το πόμολο
Είδα κάτι να κινείται
Υπήρχε μια κατσαρίδα δίπλα στο δεξί μου πόδι. ένα μεγάλο
Τι έκανε μια κατσαρίδα πάνω από μια γέφυρα;
Δεν είμαι εντομολόγος. Άλλο ένα από τα πολλά λάθη μου
Ενστικτωδώς, σήκωσα το πόδι μου για να το πατήσω, αλλά κοντοστάθηκα
Δεν μπόρεσε να βοηθήσει που ήταν κατσαρίδα
Απλώς έκανε αυτό που κάνει ένας κατσαρίδα
Έβαλα το δάχτυλό μου εκεί και ανέβηκε πάνω του
Και σύρθηκα αργά μέχρι τη μέση του γυμνού μου χεριού
Κάτσαμε έτσι για περίπου είκοσι λεπτά
Εγώ, σκέφτομαι σκέψεις και νιώθω συναισθήματα
Κουνάει τις κεραίες του
Μετά ξαφνικά... ξαφνικά άνοιξε τα φτερά του και πέταξε
Πάνω και πάνω, όλο και πιο ψηλά μέχρι που έφυγε
Μετά άρχισα... άρχισα να κλαίω
Έκλαψα και έκλαψα, μέχρι που άκουσα μια φωνή από κάτω
"Ε, ρε ηλίθια! Τι κάνεις εκεί πάνω;"
Μετά του είπα... Του είπα... Του είπα ότι δεν θέλω να πάω
Δεν θέλω να πάω. Θέλω... Θέλω...
Καπνός και κακές αναμνήσεις, είχα σχεδόν ξεχάσει τη μυρωδιά όλων των γεφυρών που είχα κάψει. Τα δεσμά που έκοψα κρέμονταν σαν σκισμένος ιστός νεκρής αράχνης. κάτω από τις τριανταφυλλιές, δεν μπορείς να θάψεις το παρελθόν. Σηκώνεται σαν να ξύπνησε από τις σάλπιγγες του Αρμαγεδδών, και μπροστά μου στεκόταν ένας δαίμονας του καλού βιβλίου, φορώντας ένα κόκκινο φόρεμα και μια απόχρωση κραγιόν που δεν ήθελα να ξαναδώ.
«Χρειάζομαι τη βοήθειά σου», λέει, κοιτώντας με σαν ξένη, όπως θα ήθελα να μπορούσα να την κοιτάξω.
«Όχι όσο εγώ», λέω με μια μπουκιά μπέρμπον.
Με κοίταξε με ένα ζοφερό χαμόγελο. Ήξερα ότι κάτι βάραινε πολύ στο μυαλό του, αλλά ήμουν πολύ συγκεντρωμένος στη γυναίκα δίπλα του, κοιτάζοντας κάθε τόσο προς το μέρος μου.
Αφήνοντας έναν αναστεναγμό με μια ματιά στις αναμνήσεις πριν από πολύ καιρό, άπλωσα το πορτοφόλι μου για να πληρώσω για τα γεύματα και τα ποτά.
Καθώς η ταμίας μου έδινε τα ρέστα μου, η γυναίκα στάθηκε δίπλα μου, με το άρωμα Roxanne να αναφαίνεται στη μύτη μου. Γύρισα να την αντικρίσω σωστά και κοίταξα αυτά τα σκούρα φουντουκιά μάτια.
Ήταν 3:00 το απόγευμα και το τηλέφωνό μου ήταν νεκρό σαν ποντίκι εκκλησίας. Ήμουν στην καρέκλα μου και αναρρώνω από μια νύχτα με σάλτσα σαν να μην υπήρχε αύριο. Από όσο ήξερα, δεν υπήρχε αύριο. Ήταν περίπου για να χύσω ένα χαμόγελο στον καφέ μου, να πάρω λίγο από τα μαλλιά της σκυλίτσας που με δάγκωσε όταν μπήκε μέσα. Μαλλιά σαν φωτιά και μάτια σαν ζαφείρια και ένα ανασήκωμα των ώμων που μου έλεγε ότι ήξερε κάτι που δεν ήξερα. Έπρεπε να της πω όχι, να της είπα ότι είχα κάνει κράτηση, να της πω να πάρει αυτό το όμορφο χαμόγελο και να φύγει... Αλλά δεν το έκανα.
"Είσαι ιδιωτικός πουλί;" ρώτησε. Δεν μου άρεσε ποτέ αυτός ο όρος, αλλά είναι καλύτερος από τον εναλλακτικό.
"Σίγουρα, τι λέει στην πόρτα;" Ρωτάω.
«Δυστυχώς είναι αδιάβαστο κ.…»
«Άσσος, Άσος Μπαστούνι».
Ήταν όμορφη. Το είδος του κοριτσιού που θα έβλεπες στις ταινίες ή σε ένα εξώφυλλο περιοδικού. Πάντα ήθελε να γίνει διάσημη. Και είχε τα βλέμματα για αυτό. Και πήρε την ευκαιρία της τελικά....στα μοιρολόγια. Το υπόλοιπο σώμα της ήταν κολλημένο στα σεντόνια από το ξεραμένο αίμα που έτρεχε μέχρι το πάτωμα. Οι κουβέρτες και τα μαλλιά ήταν μπερδεμένα και το σώμα της στρυμωγμένο μεταξύ τους. Ήταν ένα μπλεγμένο χάος και για τους δυο μας. Πόσο καιρό ήταν ξαπλωμένη εκεί με ένα μαχαίρι κολλημένο μέσα της, ήταν δύσκολο να καταλάβουμε. Αλλά δεν επρόκειτο να μείνω για πολύ. Οι αστυνομικοί θα ήταν εκεί σύντομα. Έπρεπε να μάθω ποιος ήταν πίσω από όλο αυτό το πράγμα. Ήμουν ο τελευταίος άντρας που είδα μαζί της. Θα το έβρισκαν σε μένα. Και το μόνο μου άλλοθι ήταν ένα άδειο μπουκάλι σε ξενοδοχείο και πονοκέφαλος. Και μου τελείωνε ο χρόνος...
Μια γάτα βγήκε από ένα δρομάκι, έριξε μια ματιά σε όλο το χιόνι και ξαναμπήκε μέσα. Πιο πάνω στο δρόμο ένας χοντρός άντρας, στολισμένος και φουσκωμένος, βγήκε από ένα εστιατόριο και μύρισε τον κρύο αέρα και κοίταξε με λαχτάρα τον ουρανό. Σαν να ήταν ακόμα και τα όνειρα εκεί πάνω, πολύ μακριά.
Είναι τέτοιες μέρες…
όπου οι αρρώστιες και οι πληγές ριζώνουν όταν βγαίνει το χειρότερο στους ανθρώπους. Μέρες σαν αυτές που οι άνθρωποι αναζητούν ελπίδα σε αυτόν τον απελπιστικό κόσμο...σε κάνουν να σκέφτεσαι τη ζωή, τις αποφάσεις που λαμβάνονται, τις ευκαιρίες που χάνονται και άλλα παρόμοια. Μέρες σαν αυτές που ήταν ξένοι περνούν και ανταλλάσσουν μερικές λέξεις, και μετά ακριβώς έτσι δεν θα τους ξαναδείς...c’est la vie υποθέτω.
Μπήκε στη ζωή μου με κόκκινα στιλέτο και πόδια που κράτησαν για πάντα. Είπε, "Πίνω μόνο Sauvignon Blanc. Η γλυκύτητα δεν είναι για μένα."
Ζοφερή μέρα μεταφέρθηκε στο βράδυ. Άφησα το Buick στο πεζοδρόμιο και έκανα μια μισή καρδιά στην πόρτα του κτιρίου μου. Η αίθουσα της πισίνας στο επίπεδο του δρόμου είχε γραφεία και διαμερίσματα από πάνω. Στα αριστερά της κύριας εισόδου ήταν η σκάλα για τους επάνω ορόφους. Ανέβηκα εκείνες τις βρώμικες, κολλώδεις σκάλες, χτυπώντας τη βροχή από το fedora και το πανωφόρι μου καθώς έμπαινα στον κεντρικό διάδρομο του δεύτερου ορόφου, χτύπησα τα κλειδιά μου και βρήκα αυτό που θα ανοίξει το γραφείο μου. Προσοχή, όχι το μπροστινό γραφείο με θέα στην 4η λεωφόρο, όχι αυτό ήταν το πίσω γραφείο με θέα στους κάδους απορριμμάτων. Καθώς γλίστρησα το κλειδί για να ξεκλειδώσω μια φιγούρα μπήκε αργά στο αμυδρό φως που έπεφτε από τη λάμπα του διαδρόμου. Παρακολούθησα προσεκτικά από την άκρη του ματιού μου, θηλυκό, γούνινο δεμένο και σκέφτομαι με άρωμα μπουρλέσκου καπνού και φθηνού αρώματος, Μίλησε με ήσυχη γυναικεία φωνή, ''είσαι ο Φρανκ'';
Δεν την κοίταξα καν και είπα ψέματα, εγώ; Όχι. Είμαι εδώ για να καθαρίσω την άρθρωση. Είχε περάσει σχεδόν από την πόρτα πριν φτάσω εγώ καθώς άναψα το φως, γυρνώντας προς το μέρος μου, με κοίταξε και μου είπε, δεν μοιάζεις με θυρωρό. Βάζω στοίχημα τη Φρανκ σου, καθώς έβγαλε ένα μικρό χρώμιο 0,380 από το γούνινο παλτό της. Εντάξει, ποιος ρωτάει; Είπα καθώς έβαλα όλη μου την προσοχή στο ρύγχος της θερμάστρας στο μικρό περιποιημένο χέρι της. Αν ο Φρανκ σας δεν χρειάζεται να ξέρετε ποιος σας ρωτάει. Είπε, αλλά βάζω στοίχημα ότι θυμάσαι τον Τζόνι, κάθαρμα! Προσπαθούσα σιγά σιγά να πιάσω το μοντέλο μου 10, αλλά εκείνη έσφιξε το σφυρί από τη ζέστη της, Μην! Είπε. Χρειάζεσαι μόνο έναν καπνό Μωρό μου, θέλεις έναν; Όχι! Ταράχτηκε ακόμη περισσότερο τα μάτια της σκοτεινά και διαπεραστικά. Ο Τζόνι διεύθυνε αυτήν την πόλη! Ήταν τα πάντα μου! Εσύ Φρανκ, μου τον πήρες! Μπάσταρδε! Την κοίταξα και δεν μπορούσα παρά να χαμογελάσω όπως είπα. Ναι, άκουσα ότι το χριστουγεννιάτικο δέντρο δεν ήταν το μόνο πράγμα που φωτίστηκε τον περασμένο Δεκέμβριο! Η ντάμα ούρλιαξε ΚΑΘΑΡΜΑ! Και απομάκρυνε έναν γύρο από το 0,380 της. Άκουσα τον πυροβολισμό καθώς ένιωσα τη σφαίρα να σκίζει το στήθος μου. Σκόνταψα πίσω στον τοίχο νιώθοντας την υγρασία να μουλιάζει το μπροστινό και το πίσω μέρος του πουκαμίσου μου. Το χέρι μου βρήκε τη λαβή του μοντέλου μου 10 ακόμα κρυμμένη στο παλτό μου καθώς ανέβαινε και πίεσε το ζεστό βαρέλι με τη μύτη με τη μύτη στο μέτωπό μου. Έχανα τον έλεγχο αρχίζοντας να ξεθωριάζω σε μαύρο.........
(Δυσδιάκριτη κίνηση ραδιοφώνου) αυτοκίνητο 4 , αυτοκίνητο 4, αναφορά πυροβολισμού όπλου στην περιοχή της 4ης λεωφόρου μπιλιάρδου ενός τυχερού, δείτε την καταγγέλλουσα στο διαμέρισμα 302, άκουσε δύο πυροβολισμούς).
Comments
Post a Comment